Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2019

Η Still Alice και Το Γέλιο Των Άλλων.







Διάβασα ένα βιβλίο (βασικά, διάβασα πολλά βιβλία, αλλά τώρα θέλω να μιλήσω για ένα). Λέγεται Still Alice, στα ελληνικά έχει τον τίτλο Κάθε Στιγμή Μετράει, και είναι της Lisa Genova.
Το βιβλίο αυτό μιλάει για τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Είναι η ιστορία μίας γυναίκας πενήντα ετών που διαγιγνώσκεται με την πρώιμη μορφή της νόσου. Είναι η ιστορία αυτής της γυναίκας και της οικογένειάς της, μέσα από τη ματιά της, τη σκέψη της, τους φόβους και όλα τα συναισθήματά της. Δεν είναι ένα μελοδραματικό βιβλίο. Σκοπός του είναι να ενημερώσει.
Γιατί το διάβασα; Γιατί το συνιστώ σε όλους, ανεξαρτήτως ηλικίας, μόρφωσης, αναγνωστικών προτιμήσεων και χαρακτήρα; Η απάντηση ίσως να είναι κάπως περίπλοκη, αλλά θα προσπαθήσω:
Πάντα μ' ενοχλούσε το κοπαδιαστό γέλιο, ίσως περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη συμπεριφορά κοπαδιού (ή αγέλης, αυτό πάει αναλόγως της διάθεσης). Όταν λέω “πάντα”, εννοώ από την ηλικία που άρχισα να καταλαβαίνω ότι δεν ανήκω στο κοπάδι, και να δέχομαι, να τιμώ και να προστατεύω αυτή μου τη φαινομενική απομόνωση.
Πάντα μ' ενοχλούσε το άμυαλο γέλιο, αυτό που κάνουν οι άνθρωποι όταν φοβούνται τη μοναξιά, τον εκτοπισμό από την ομάδα. Το γέλιο που έχει ως στόχο του μια άλλη κοινωνική ομάδα ή μονάδα, (δηλαδή άλλους ανθρώπους).
Κάποιοι αντιδρούν έντονα στην “έλλειψη χιούμορ” ορισμένων “εύθικτων” σαν κι εμένα, και διεκδικούν το δικαίωμά τους στην σκληρότητα με τον μόνο τρόπο που έχουν μάθει, την επίθεση. Αλλά δεν μ' ενδιαφέρουν, δεν με τρομάζουν και δεν θ' ασχοληθώ μαζί τους. Δεν θέλουν να ξεβολευτούν, εντάξει. Γιατί είναι ξεβόλεμα το να βγαίνεις για λίγο από τον εαυτό σου, το να βλέπεις λίγο παραέξω από την επιδερμίδα σου.
Τέλος πάντων, εδώ και καμιά δεκαριά χρόνια δεν ανέχομαι ν' ακούω αστειάκια για το Αλτσχάιμερ. Το θεωρώ εντελώς ηλίθιο, εκτός από υπερβολικά σκληρό. Κάθε φορά που ακούω το κλασικό «Με συγχωρείτε, είναι που έχω Αλτσχάιμερ, χαχα», το μόνο που μου έρχεται ν' απαντήσω είναι «Ελπίζω πως όχι». Είναι σαν να αστειεύεται με τη σκλήρυνση κατά πλάκας ή κι εγώ δεν ξέρω ποια άλλη ασθένεια χωρίς επιστροφή.
Η διαδρομή έχει έναν προορισμό, τον θάνατο. Τρομάξατε; Εντάξει, ο προορισμός είναι κοινός για όλους μας, αλλά εννοούσα το Αλτσχάιμερ τώρα. Δεν είναι: «Η γιαγιά το 'χει χάσει, βάζει αλάτι στον καφέ, αντί για ζάχαρη». Είναι: «Η γιαγιά βάζει αλάτι στον καφέ, ξεχνάει ονόματα, μπερδεύει πρόσωπα και καταστάσεις, αλλά αυτό την θλίβει και την τρομάζει· σε λίγο δεν θα ξέρει ποια είναι, δεν θα θυμάται την ηλικία της, θα νομίζει ότι είναι ακόμη νέα και θα βλέπει στον καθρέφτη μια γριά να την κοιτάζει, και αυτό την θλίβει και την τρομάζει· θα έχει παραισθήσεις, θα μιλάει με φαντάσματα, θα χάνεται μέσα στο σπίτι της, γιατί δεν θα υπάρχει, πια, το σπίτι της μέσα στο μυαλό της, θα έχει γκρεμιστεί, όπως κάθε άλλο οικοδόμημα· σε λίγο δεν θα μπορεί να φάει, γιατί ο εγκέφαλος δεν θα δίνει σήμα για πρόσληψη τροφής, μετά δεν θα μπορεί πια να σταθεί όρθια, ώσπου, λίγο-λίγο και βασανιστικά αργά, η γιαγιά θα πεθάνει έχοντας χάσει κάθε έλεγχο και γνώση του εαυτού της». Πάρα πολύ αστείο.
Διάβασα αυτό το βιβλίο γιατί με ενδιέφερε να κατανοήσω πιο βαθιά το γιατί δεν έβρισκα ποτέ μου αστείο το Αλτσχάιμερ. Γιατί ποτέ μου δεν έβρισκα αστείο το να υποφέρουν οι άλλοι. Γιατί ποτέ μου δεν έβρισκα αστεία την σκληρότητα των “ανωτέρων”, των “ωραίων”, των “έξυπνων”.
Δεν ξέρω αν έδωσα μία ικανοποιητική απάντηση, γιατί ήταν πάρα πολλά αυτά που ήθελα να πω, και τα συγκράτησα για να μην μακρηγορώ. Ίσως να ήθελα να πω και για την απομόνωση, για το πώς φοβόμαστε το όχι νορμάλ, λες κι είναι κολλητικό, για το πώς ντρεπόμαστε να κοιτάξουμε στα μάτια τη λύπη, την ασθένεια, την ανάγκη.
Ευχαριστώ που διαβάσατε και προσπαθήσατε να βγάλετε άκρη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου